Απ’ τες εννιά, του Κ.Π. Καβάφη
"Δώδεκα και μισή. Πως πέρασεν η ώρα. Δώδεκα και μισή. Πως πέρασαν τα χρόνια..."

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς Έλληνες ποιητές, αν και ποτέ δεν έζησε στην Ελλάδα. Ο Καβάφης γεννήθηκε σαν σήμερα, 29 Απριλίου, το 1863 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Εκεί, άλλωστε, έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του και άφησε την τελευταία του πνοή. Για αυτό το λόγο πολλές φορές γίνεται αναφορά στο όνομα του ποιητή ως ο Αλεξανδρινός ποιητής.

Ο Καβάφης προερχόταν από εύπορη οικογένεια, αφού ο πατέρας του, Πέτρος Καβάφης, ήταν μεγαλέμπορος βαμβακιού με φαναριώτικη καταγωγή, ενώ η μητέρα του, Χαρίκλεια Φωτιάδη, προερχόταν από παλαιοτάτη οικογένεια της Κωνσταντινούπολης. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης ήταν το ένατο και τελευταίο παιδί της οικογενείας και έχασε τον πατέρα του στην ευαίσθητη ηλικία των 7 ετών.

Δύο χρόνια μετά μετά την απώλεια του πατέρα του μετακόμισε μαζί με τη μητέρα του και τα υπόλοιπα αδέρφια του στην Αγγλία, όπου και παρέμεινε για 6 ολόκληρα χρόνια. Εκεί ο Καβάφης κατάφερε να εντρυφήσει τόσο στην αγγλική όσο και στην ελληνική και τη γαλλική γλώσσα, ενώ έμαθε και λίγα ιταλικά. Η γλωσσομάθεια του Καβάφη αργότερα αποδείχτηκε σημαντική για την ανάπτυξη της ποιητικής του γραφής αναδεικνύοντάς ακόμη περισσότερο το ποιητικό του ύφος.

Μετά το πέρας των 6 χρόνων ο Κωνσταντίνος Καβάφης και η οικογένειά του επέστρεψαν στην Αλεξάνδρεια, όπου ο ποιητής συνέχισε την φοίτησή του στο Λύκειο “Ερμής”. Ωστόσο, η οικονομική κατάσταση της οικογένειας άρχισε να χειροτερεύει. Έτσι, όταν ξεκίνησε η Αιγυπτιακή εξέγερση έναντι των Άγγλων το 1882 ο Κωνσταντίνος Καβάφης και η οικογένειά του φεύγουν ξανά από την Αλεξάνδρεια με προορισμό αυτή την φορά του παππού του στην Κωνσταντινούπολη.

Στην Κωνσταντινούπολη, και όντας κοντά στην ενηλικίωση, ο ποιητής έδειξε τα πρώτα δείγματα ομοφυλοφιλίας. Μάλιστα λέγεται ότι κατά την τρίχρονη παραμονή του Καβάφη στην Πόλη ο Κωνσταντίνος Καβάφης είχε την πρώτη του σεξουαλική επαφή, αλλά αυτός ο ισχυρισμός δεν έχει επιβεβαιωθεί. Κάτι εξίσου σημαντικό είναι ότι την ίδια περίοδο προσπάθησε για πρώτη φορά να ασχοληθεί με την ποιητική τέχνη. Ωστόσο, εκείνες οι προσπάθειες δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ όσο ήταν εν ζωή, αλλά συγκεντρώθηκαν και δημοσιεύτηκαν από τον φιλόλογο Γ.Π. Σαββίδη μαζί με άλλα ανέκδοτα ποιήματα το 1968.

Το 1885 ο Κωνσταντίνος Καβάφης επιστρέφει στην Αλεξάνδρεια και αλλάζει πολλά επαγγέλματα. Ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, ενώ δούλεψε και ως άμισθος Γραμματέας στο Γραφείο Αρδεύσεων. Έπειτα, πραγματοποιήθηκε η πρόσληψή του στο συγκεκριμένο γραφείο ως έμμισθος υπάλληλος το 1892. Αυτή ήταν η κύρια δουλειά, η οποία του προσέφερε μεν τα προς τα ζην, αλλά τον έκανε πραγματικά δυστυχισμένο.

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Konstantinos Cavafy (@konstantinos_cavafy)

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Κωνσταντίνος Καβάφης ταξίδεψε στην Ελλάδα συνολικά δύο φορές. Έτσι, εκτός από το 1901, ταξίδεψε ακόμη μία φορά στην Ελλάδα, το 1903. Είδε ελάχιστα την Ελλάδα βλέποντας “κλασικά” αξιοθέατα, όπως ο Παρθενώνας, και δεν είχε έντονα βιώματα από τη χώρα. Αυτό το γεγονός από μόνο του τον διαφοροποιεί σε μεγάλο βαθμό από ποιητές που έζησαν την ίδια περίοδο, καθώς ζώντας μακριά από την Ελλάδα, αλλά έχοντάς την στην καρδιά του, έγραψε ποίηση απαλλαγμένος από το γλωσσικό ζήτημα, αλλά και από τη δημιουργία της εθνικής συνείδησης που τόσο ταλάνιζε του λόγιους της εποχής του.

Το 1922 παραιτήθηκε από την εργασία του στις Αρδεύσεις προκειμένου να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην ποίηση. Άλλωστε είναι ένας από τους πρώτους ποιητές που στο διαβατήριό τους έγραψαν ως επάγγελμα αυτό του συγγραφέα. Προς το τέλος της ζωής του γνώρισε τη Μαρίκα Κοτοπούλη και το Νίκο Καζαντζάκη (1927), μεγάλες μορφές της ελληνικής διανόησης και πολιτισμού. Το 1932 διαγνώστηκε με καρκίνο του λάρυγγα, με αποτέλεσμα να νοσηλευτεί για 4 μήνες σε νοσοκομείο της Αθήνας. Έπειτα, επέστρεψε  στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου ο άφησε την τελευταία του πνοή την ημέρα των γενεθλίων του το 1933.

Ακολουθεί το ποίημα με τίτλο “Απ’ τες εννιά”.

Δώδεκα και μισή. Γρήγορα πέρασεν η ώρα
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
και κάθησα εδώ. Καθόμουν χωρίς να διαβάζω,
και χωρίς να μιλώ. Με ποιόνα να μιλήσω
κατάμονος μέσα στο σπίτι αυτό.

Το είδωλον του νέου σώματός μου,
απ’ τες εννιά που άναψα την λάμπα,
ήλθε και με ηύρε και με θύμησε
κλειστές κάμαρες αρωματισμένες,
και περασμένην ηδονή – τι τολμηρή ηδονή!
Κ’ επίσης μ’ έφερε στα μάτια εμπρός,
δρόμους που τώρα έγιναν αγνώριστοι,
κέντρα γεμάτα κίνησι που τέλεψαν,
και θέατρα και καφενεία που ήσαν μια φορά.

Το είδωλον του νέου σώματός μου
ήλθε και μ’ έφερε και τα λυπητερά·
πένθη της οικογένειας, χωρισμοί,
αισθήματα δικών μου, αισθήματα
των πεθαμένων τόσο λίγο εκτιμηθέντα.

Δώδεκα και μισή. Πως πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και μισή. Πως πέρασαν τα χρόνια.

 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ VIDEOS - ΒΛΕΠΟΥΝ ΟΛΟΙ

JOBS

Χιλιάδες Θέσεις Εργασίας σε όλη την Ελλάδα

Πωλήσεις

Πλήρης Απασχόληση

09-01-2024

Ηρακλειο

Υπηρεσίες Εστίασης

Εποχιακή Εργασία

21-12-2023

Μυκονος

⚽🏀 LIVE SCORES

ΠΩΣ ΣΟΥ ΦΑΝΗΚΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;