Ταξιδεύοντας στη Βασιλεία!

basel

Αφουγκραζόμενοι τον παλμό της καθημερινότητας στην Βασιλεία…‏

Το τρένο μου έχει πια αφήσει την Ιταλία, είναι πρόδηλο. Το έντονο, γεμάτο ζωή πράσινο των λιβαδιών μου αποσπά την προσοχή από το Υπόγειο του Ντοστογέφσκι. Με μαγνητίζει… Τα ξύλινα γραφικά ελβετικά σπιτάκια αρχίζουν να ξεπροβάλουν είτε μεμονωμένα είτε ομαδικά σε μικρούς χαριτωμένους οικισμούς. Κάποιες ψιχάλες πέφτουν άναρχα στο τζάμι και μου κρύβουν την θέα ενός τοπίου μαγικού και ονειρεμένου. Κολλάω το πρόσωπό μου στο παράθυρο του τρένου που ούτε περιμένει ούτε συναισθάνεται… Γεμίζω το τζάμι με δαχτυλιές και υγροποιημένες γρήγορες ανάσες θαυμασμού και απορίας… Σκέφτομαι πόσο ταιριάζει η βροχή σ’ αυτή την χώρα την γεμάτη με τις ψυχαναγκαστικά οριοθετημένες καλλιέργειες που αδημονούν για πότισμα. Σκέφτομαι πόσο νερό χρειάζονται όλες αυτές οι κοιλάδες, ώστε να εξακολουθήσουν να είναι έτσι καταπράσινες και θελκτικές για το μάτι… Κάποιες αγελάδες βόσκουν, θυμίζοντας πίνακα ιμπρεσιονιστικό, κάνοντας το βίωμα εντελώς βουκολικό, δίχως μεταφυσική υποψία. Αλλά βαρέθηκα την ξεραϊλα του τόπου μου…

Γύρω στις 2μισι ώρες μετά, κι ενώ έχω διασχίσει κάθετα όλη την Ελβετία το τρένο σταματάει στον προορισμό μου. Στον σταθμό με υποδέχεται τραβώντας με φωτογραφίες η καλή φίλη και οικονομολόγος Κατερίνα Ροπαϊτη που εργάζεται στον φαρμακευτικό κολοσσό Novartis και θα με φιλοξενήσει. Γυρίζουμε στο σπίτι με το τραμ, νιώθω λίγο χαμένος, μου μαγειρεύει, συνέρχομαι, τα λέμε και μετά κοιμόμαστε.

Την επομένη το πρωί, κι ενώ η συγκάτοικός μου λείπει στην εργασία της, αποφασίζω να κάνω μια βόλτα στην πόλη. Η σύγκριση γίνεται δυστυχώς αυτόματα όσο κι αν θέλει κάποιος να την αποφύγει. Τα πάντα έξω λειτουργούν κανονικά, σαν να μην υπάρχει κρίση… Και πράγματι στην Ελβετία των τραπεζών και των επενδύσεων δεν υπάρχουν αντίστοιχα του ελληνικού οικονομικά προβλήματα. Σ’ αυτές τις ευημερούσες χώρες λοιπόν η ζωή κυλά χωρίς μιζέρια και κατήφεια. Μια βόλτα με το καλαίσθητο κλασσικό κυπαρισσί τραμ στο κέντρο της Βασιλείας μας βοηθά να αντιληφθούμε την διαφορά. Οι Ελβετοί οδηγοί σταματούν στις διαβάσεις, δίνουν προτεραιότητα στα ΜΜΜ και τα ποδήλατα, δεν κορνάρουν ποτέ. Ως εκ τούτου τα φανάρια απουσιάζουν… Αλλά και πέρα από την εσωτερίκευση –και άρα τον πηγαίο σεβασμό- των κανόνων που διευκολύνουν την συνύπαρξη, ο κόσμος περπατά στους δρόμους με σιγουριά και εμπιστοσύνη στην σταθερότητα της –κατά πολλούς- προβλέψιμης ζωής του.

Η Βασιλεία , της οποίας και έζησα την καθημερινότητα, είναι μια μικρή και όμορφη πόλη των περίπου 170.000 κατοίκων. Βρίσκεται σ’ ένα αρκετά κομβικό σημείο, ακριβώς πάνω στα σύνορα που χωρίζουν την Ελβετία από Γαλλία και Γερμανία. Το πρωί η κίνηση είναι περιορισμένη. Οι μόνοι που κυκλοφορούν στα αρτίως κατασκευασμένα πεζοδρόμια της πόλης τις παραγωγικές ώρες της ημέρας είναι μεγάλοι άνθρωποι και κάποιες μαμάδες με τα παιδιά τους μέσα σε καροτσάκια … Είναι οι ίδιοι –μαζί με τους τουρίστες φυσικά- που είχαν γεμίσει ασφυκτικά το Kunstmuseum που φιλοξενούσε Picasso εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό της Τετάρτης. Για τους Ελβετούς συνταξιούχους φαίνεται πως μια επίσκεψη στο μουσείο ένα ωραίο καλοκαιρινό πρωινό είναι μέρος της ωραίας τους ρουτίνας… Για τις νεαρές μαμάδες κάτι αντίστοιχο φαίνεται πως ισχύει για την πρωινή τους επίσκεψη σ’ εκείνες τις τέλειες παιδικές χαρές με το πολύ πράσινο και τα ξύλινα παιχνίδια που κάθε άλλο παρά υποβαθμίζουν την αισθητική νοημοσύνη του παιδιού. Μήπως όμως είναι όλα ρουτίνα στην Ελβετία; Η Κατερίνα μου δίνει μια αρκετά ελληνοκεντρική απάντηση που δεν θα μπορέσω –τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον- να εξακριβώσω. « Η Βασιλεία –μου λέει- είναι καλή για 3 μήνες. Μετά βαριέσαι». Για να αντιληφθώ -έστω και μερικώς- τα λεγόμενά της , προσπαθώ να περπατάω στην πόλη καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας, ώστε να μη χάνω στιγμή από το modus vivendi των εξυπηρετικών πλην όμως χλιαρών και αδιάφορων ντόπιων. Η ερημιά που επικρατεί κατά τις πρώτες ώρες της ημέρας, αρχίζει και «σπάει» από τις πρώτες αντίστοιχες απογευματινές.

Είναι το χρονικό σημείο που οι – περισσότεροι- Ελβετοί αφήνουν τις δουλειές τους για να βγουν για ψώνια ή για κάποιο σύντομο καφέ με φίλους. Το κέντρο της Βασιλείας γεμίζει ασφυκτικά από αμέριμνους εφήβους και μεσήλικες, παντελώς απαλλαγμένους από το άγχος της επιβίωσης και την μιζέρια του διαρκούς –εσωτερικευμένου και αυτοματοποιημένου πια- ορίου που θέτουμε ασυνείδητα στις συναλλαγές μας εδώ στον νότο. «Οι Ελβετοί είναι ο πιο καλοζωισμένος λαός», μου επισημαίνει η Κατερίνα, και πράγματι παρατηρώ πως οι περισσότεροι γηγενείς , αν και ασκούνται συστηματικά –είτε κάνοντας jogging στις όχθες του Ρήνου είτε πιο οργανωμένα σε γυμναστήρια-, χαρακτηρίζονται από έναν σωματότυπο κατά τι ευτραφέστερο του αδύνατου προτύπου που επεκράτησε με τον καιρό στον δυτικό κόσμο. Οι Ελβετοί έχουν μετατρέψει την ευημερία τους σε style, ενώ διαπνέονται από έναν ελιτισμό που βασίζεται περισσότερο στην ισχυρή οικονομική τους θέση και λιγότερο στο κάτι παραπάνω της πολιτισμικής ιστορίας που καθορίζει συνήθως την χαρακτηρολογική και υφολογική μας ταυτότητα … Είναι γι’ αυτό που ο ενδόμυχος ελιτισμός του κατοίκου της Βασιλείας δεν έχει και πολύ γούστο εν συγκρίσει με τον αντίστοιχο του Παριζιάνου, του Λονδρέζου ή του Μιλανέζου… Κι όμως, αυτός ο Ελβετός που διαπνέεται από μια άχαρη ουδετερότητα στον τρόπο ντυσίματος ή στην συμπεριφορά του, δεν διακατέχεται ούτε από τον σνομπισμό και την αγένεια του Γάλλου, ούτε από την ειρωνεία του Άγγλου, ούτε από την ανυπόφορη και άκρως προσβλητική κουτοπονηριά των Ιταλών που έχουν μετατρέψει την παγαποντιά και την απάτη σε επιστήμη. Στις 5 μέρες που έμεινα στην Βασιλεία (εκ των οποίων την μία ξόδεψα στην Λουκέρνη σε μονοήμερη εκδρομή), δεν αισθάνθηκα ούτε μια φορά ως επίδοξο θύμα των ντόπιων που θα επεδίωκαν να με χειραγωγήσουν, να με εκμεταλλευθούν, να με εμπαίξουν ως τουρίστα. Εντάξει δεν λέω, στην Ελβετία αισθάνεσαι μονίμως αδικημένος και θυματοποιημένος λόγω των ιδιαιτέρως υψηλών τιμών που επικρατούν, αλλά και πάλι αυτό είναι κάτι γνωστό που ισχύει ανεξαιρέτως για όλους τους συναλλασσόμενους στην ελβετική επικράτεια. Χαρακτηριστικά αναφέρω τιμές διαφόρων απλών καθημερινών προϊόντων: Νερό ½ λίτρου 2-3 ελβετικά φράγκα (CHF), σοκολάτα 3-4 CHF, ψωμί 2-3 CHF, πατάτες Mc Donalds (το ξέρω σας απογοητεύω) 5 CHF. Φυσικά πρέπει να αναφέρουμε ότι οι τιμές στην Ελβετία είναι ανάλογες των εξαιρετικά υψηλών μισθών, ένας επισκέπτης όμως προερχόμενος από τον βαλκανικό νότο, πρέπει οπωσδήποτε να κάνει προγραμματισμό εξόδων αν επιθυμεί να επιβιώσει και ως εκ τούτου να επιστρέψει στον τόπο απ’ όπου ξεκίνησε το ταξίδι του. Και μιας και θίξαμε τις τιμές και την ακρίβεια, αλήθεια, πώς πάει η Βασιλεία από περιθώριο και φτώχεια;

«Όσο καλές κι αν είναι οι συνθήκες διαβίωσης σε μια χώρα (το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελβετία ανέρχεται γύρω στα 70000 φράγκα, ενώ η ανεργία βρίσκεται περίπου στο 3%), αυτή δεν θα πάψει ποτέ να διαθέτει την άλλοτε μεγαλύτερη κι άλλοτε μικρότερη σκοτεινή της πλευρά», θα μου πει κυνικά η Κατερίνα όταν της εκφράζω την θλίψη μου για το κοντράστ μεταξύ της εύρωστης οικονομικά συντριπτικής πλειοψηφίας και εκείνων των ελαχίστων έγχρωμων πενήτων μεθυσμένων μεταναστών που τρεκλίζουν καθήμενοι στα παγκάκια σε κάποιες γειτονιές της Βασιλείας στην ανατολική πλευρά του Ρήνου. Εκείνο το βράδυ της Τετάρτης η συγκάτοικός μου είχε την ενδιαφέρουσα ιδέα, να με βγάλει για ποτό σε μια πιο εναλλακτική (όσο είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί αυτός ο όρος στην Ελβετία) περιοχή της Βασιλείας, έτσι ώστε να διαπιστώσω πώς πίνουν (όσοι την πίνουν) την μπύρα τους οι συνομήλικοί μας μια καθημερινή. Στον δρόμο για την υπαίθρια pub θυμάμαι πως δεν υπήρχε ψυχή, κι ας ήταν μόνο 10 το βράδυ. Όλοι όσοι βγαίνουν να απολαύσουν τον ήλιο τις μεσημεριανές ώρες επιστρέφουν νωρίς το βράδυ στο σπίτι τους, πριν πέσει το φως. Τι πιο φυσιολογικό αλήθεια; Μόνο εκείνοι οι ξεχασμένοι περιθωριακοί Αφρικανοί, που μέσα στην μέθη τους και τα ακαταλαβίστικα –ακαταλαβίστικα εκ των πραγμάτων καθώς δεν γνωρίζουμε την γλώσσα- γερμανικά που φώναζαν, έσπαζαν την μονοτονία των εξ ολοκλήρου άδειων δρόμων και πεζοδρομίων της πόλης που έμοιαζε να είχε κηρυχθεί σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Η pub είναι συμπαθητική και μαζεύει πράγματι εναλλακτικό κόσμο, θα ‘λεγε κανείς τους hippies της πόλης. Μπροστά μας εκτυλίσσεται ένα ακόμα υπαίθριο ζογκλερικό θέαμα δευτέρας κλάσεως που έχει όμως κάτι το φυσιολογικό και ανθρώπινο απλά και μόνο γιατί είναι πολύ πρόχειρο, καθόλου ψυχαναγκαστικό και δεν έχει τίποτα που να μην μπορεί να κάνει -κατόπιν εκπαιδεύσεως βέβαια- ο μέσος άνθρωπος. Στο τέλος η θρασεία πρωταγωνίστρια περνά μ’ ένα καπελάκι επιζητώντας χειροκρότημα και χρήματα –κυρίως το δεύτερο… Στο βάθος, μέσα από ένα στάδιο, ξεπροβάλλουν πολύχρωμα βεγγαλικά καθώς οι πρόβες για το επικείμενο φεστιβάλ που οργανώνουν ο στρατός και η αστυνομία εντείνονται. Τα πάντα παντρεύονται όμορφα και ήσυχα στην Βασιλεία, δίχως φασαρίες και εντάσεις… Δημοκρατία και ευημερία…

Σε συνέχεια της συζήτησής μας για την θέση του κοινωνικού περιθωρίου στην ακριτική ελβετική πόλη, στον δρόμο για το ιστορικό κέντρο της, παρατηρώ ότι απέναντι από το νοσοκομείο της Βασιλείας υπάρχει ένα μοντέρνο κτήριο έξω από το οποίο κάθε μεσημέρι εξελίσσεται μια ύποπτη κινησιολογία. Στην είσοδό του υπάρχει πάντοτε ένας ένοπλος αστυνομικός που προβαίνει σε ελέγχους στους όποιους -περίεργους είναι η αλήθεια- εισέρχονται στον προαύλιο χώρο του κτηρίου, τον οποίο προστατεύει από τα αδιάκριτα βλέμματα των περαστικών ένας ξύλινος φράχτης προς εξασφάλιση της ιδιωτικότητας … Όταν ρωτώ την Κατερίνα περί τίνος πρόκειται, εκείνη θα με ενημερώσει πως εντός του κτηρίου, που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μουσείο σύγχρονης τέχνης, οι τοξικομανείς λαμβάνουν καθημερινά φροντίδα και υποκατάστατα… Σκέφτομαι τις αντίστοιχες συνθήκες στον ΟΚΑΝΑ στην 3ης Σεπτεμβρίου, τις πιάτσες με το Σίσα στην Πατησίων, τις επταετείς λίστες της ντροπής για την μεθαδόνη… Στην Ελβετία τα προβλήματα των εξαρτήσεων δεν λείπουν (και πώς θα μπορούσαν άλλωστε!), συγκριτικά όμως είναι σαφώς μειωμένα, ενώ το κράτος βοηθά στην αξιοπρεπή αντιμετώπισή τους. Όπως και να το δει κανείς υπάρχει χάσμα –και μάλιστα αδικαιολόγητο…

Ορμώμενος από την λέξη χάσμα, θέλω να κλείσω το κείμενο ευχάριστα, με όσα μου άρεσαν στον θερινό τρόπο ζωής αλλά και στις γενικότερες συνήθειες των κατοίκων μιας κανονικής -μη τουριστικής- ελβετικής πόλης, όπως είναι η Βασιλεία. Και εμμένω στην λέξη χάσμα γιατί νομίζω πως αν κάποια από τα στοιχεία που θα αναφέρω αμέσως πιο κάτω υιοθετηθούν, τότε η συνύπαρξη μεταξύ των ανθρώπων που συναποτελούν μια κοινωνία δύναται να καταστεί ευκολότερη. Με εντυπωσίασαν λοιπόν η απίστευτη καθαριότητα που επικρατούσε στους δρόμους, η συμβολική παρουσία των αυτοκινήτων καθώς οι γηγενείς προτιμούν την μετακίνησή τους με ποδήλατα ή με ΜΜΜ, η ευκολία με την οποία οι τροχονόμοι επέβαλαν ανεμπόδιστα την κυκλοφοριακή τάξη όπου αυτό κρινόταν απαραίτητο (λόγω της τέλεσης οδικών έργων και όχι κίνησης), η παντελής απουσία έντασης και εκνευρισμού μεταξύ των πολιτών, ο σεβασμός του κράτους απέναντι σε ανθρώπους με κινητικά προβλήματα (ράμπες σε όλα τα ΜΜΜ, ), το υψηλό επίπεδο των ηλικιωμένων που διακατέχονταν από μια σπάνια εξωστρέφεια και από πολλά ενδιαφέροντα (μουσεία, συχνές έξοδοι για café, συνεχείς μετακινήσεις με το τραμ κτλ), οι νέοι που επωφελούνταν των αμέτρητων χώρων πρασίνου που αποτελούσαν συχνά τόπο υπαίθριας συνάντησής τους, η απίστευτη γαλήνη και ηρεμία που επικρατούσε στους δρόμους ακόμα κι αν αυτοί ήταν γεμάτοι από κόσμο, η παντελής (στα όρια του υπερβολικού) απουσία ανταλλαγής λάγνων βλεμμάτων μεταξύ των πεζών.

Έτσι πονηρά και αινιγματικά θα σας αφήσω, αφού έτσι κι αλλιώς, μαζί με την Κατερίνα αφήσαμε μετά από 3 μέρες την Βασιλεία για την Φρανκφούρτη, εκεί όπου συναντήσαμε έναν άλλο ξεχωριστό σπουδάζοντα σε ερασμιακά πλαίσια την Νομική φίλο… Αλλά αυτή μας η επίσκεψη στην κέντρο της γερμανικής οικονομικής ζωής αξίζει μια άλλη , ξεχωριστή περιγραφή…

Υ.Γ.1: Ευχαριστώ πολύ την Κατερίνα Ροπαϊτη για την υπέροχη φιλοξενία της, για την υπομονή που επέδειξε στην –έτσι κι αλλιώς διακριτική- παρουσία μου, για τον χρόνο που μου αφιέρωσε αν και πνιγόταν στην δουλειά. Της ζητώ συγγνώμη που κοιμήθηκε στον καναπέ, που της έσπασα το κρεβάτι, που έβαζα πολύ νωρίς το πρωί το ξυπνητήρι… Απ’ ότι καταλαβαίνετε, δεν θα με ξαναφιλοξενήσει….

Υ.Γ. 2: Ευχαριστώ την καταγόμενη από την Ζυρίχη χαριτωμένη νεαρά, που με συνόδευσε μέχρι το σπίτι όπου φιλοξενούμουν εκείνο το βροχερό βράδυ που είχα χαθεί στην Βασιλεία. Κι ας μην έμαθα ποτέ το όνομά της…

Υ.Γ. 3: Όπως διαβάσατε σε μια παρένθεση του κειμένου που προηγήθηκε, επισκεύθηκα και την Λουκέρνη. Δεν θεωρώ όμως ότι πρέπει να αναλωθώ στην συγγραφή κειμένου αντιστοίχου του παρόντος καθώς η συγκεκριμένη πόλη, αν και είναι όμορφη και γραφική και φινετσάτη, αποτελεί πλέον τουριστικό καταφύγιο νεόπλουτων, έχοντας απολέσει την όποια αυθεντικότητά της.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ VIDEOS - ΒΛΕΠΟΥΝ ΟΛΟΙ

JOBS

Χιλιάδες Θέσεις Εργασίας σε όλη την Ελλάδα

Υπάλληλοι γραφείου

Πλήρης Απασχόληση

05-03-2024

Ταύρος

Παραγωγή

Πλήρης Απασχόληση

09-01-2024

Κηφισιά

⚽🏀 LIVE SCORES
02 Μαϊ. 2024
Ast
22:00
-
Ολυ
02 Μαϊ. 2024
Oly
22:00
-
Ατα
02 Μαϊ. 2024
ΟΣΦΠ
19:45
-
BARC
02 Μαϊ. 2024
ΜΑΚ
21:45
-
ΠΑΟ

ΠΩΣ ΣΟΥ ΦΑΝΗΚΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;